- ἐπινικίους
- ἐπῑνικίους , ἐπινίκιοςof victorymasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
побѣдьныи — (35) пр. Относящийся к побѣда в 1 знач.: повелѣваѥть бо сѹща˫а подъ нимь мнихы иконы въ рꙊкахъ при˫ати. и сихъ носити выспрь… пѣсни побѣдьныѥ побѣдителю х҃сѹ въспѣвающе. (ἐπινικίους) ЖФСт к. XII, 117 об.; тѣмь же и мы ˫ако и отроци побѣдьны˫а… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Αγησίδαμος — (αρχές 5ου αι. π.Χ.). Ολυμπιονίκης πυγμάχος από τη Λοκρίδα. Ήταν Επιζεφύριος Λοκρός και αγωνίστηκε το 470 π.Χ. όταν ήταν ακόμα σχεδόν παιδί. Ο Πίνδαρος τον υμνεί σε δύο επινίκιους (ι’ και ια’ Ολυμπιόνικους). Αναφέρεται και άλλος Α., πατέρας του… … Dictionary of Greek